Thin prep pap test
Το τεστ Παπανικολάου (pap test ή τεστ παπ) αποτελεί μέθοδο δευτερογενούς πρόληψης. Το τεστ παπ ανιχνεύει ενδεχόμενες βλάβες (προκαρκινικές και καρκινικές) του κόλπου και του τραχήλου της μήτρας. Χάρη στον Γεώργιο Παπανικολάου (1883-1962), διάσημο Έλληνα γιατρό, βιολόγο και ερευνητή, όλες οι γυναίκες εκτός ελαχίστων πλέον εξαιρέσεων, έχουν σήμερα τη δυνατότητα να προλαμβάνουν τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και να διασφαλίζουν την καλή υγεία τους εύκολα και ανώδυνα.
Τα τελευταία χρόνια, οι μελέτες έχουν δείξει, ότι η τεχνική LBC – Κυτταρολογία Υγρής Φάσης, πλεονεκτεί σαφώς σε σχέση με το κλασικό τεστ Παπανικολάου στην ανεύρεση περισσότερων βλαβών LSIL — χαμηλού βαθμού κυτταρικές αλλοιώσεις στον τράχηλο της μήτρας. Έχει δηλαδή μεγαλύτερη ευαισθησία και ειδικότητα στην γρηγορότερη ανεύρεση αρχόμενων λοιμώξεων από ιούς HPV και των αλλοιώσεων που αυτοί προκαλούν. Αυτό το τεστ, αυξάνει τη διαγνωστική ακρίβεια και την ευαισθησία του τεστ παπ, σε ποσοστό 62%-90% σε σχέση με το απλό που η ευαισθησία του διεθνώς είναι 53%-75%.
Η τεχνική συλλογής των κυττάρων του pap-test σε υγρό ή Κυτταρολογία Υγρής Φάσης (LBC -Liquid Based Cytology) χρησιμοποιείται τα τελευταία 20 χρόνια. Η διαδικασία που ακολουθείται είναι η εξής: Τα κύτταρα συλλέγονται από τον τράχηλο με ένα ειδικό βουρτσάκι (συσκευή cervex). Συλλέγονται, συγχρόνως, κύτταρα από το εξωτερικό μέρος του τραχήλου και τον ενδοτραχηλικό σωλήνα, τα οποία στη συνέχεια μεταφέρονται σε ένα υγρό μέσο συντήρησης με βάση τη μεθανόλη (PreserveCyt) και χρησιμοποιείται μια απλή διαδικασία προετοιμασίας του υλικού με ελεγχόμενη μεταφορά μέσω μεμβράνης, δίχως άλλα απαιτούμενα στάδια προετοιμασίας. Με τον τρόπο αυτό, παρασκευάζεται ένα επίχρισμα, το οποίο περιέχει αντιπροσωπευτική αναλογία των κυττάρων που ελήφθησαν από τον τράχηλο.
Ο συγκεκριμένος τρόπος παρασκευής των επιχρισμάτων οδηγεί σε μείωση των ανεπαρκών δειγμάτων, καθώς τα κύτταρα διατηρούνται αναλογικά στην αντικειμενοφόρο πλάκα και μικροσκοπούνται σε καθαρό υπόστρωμα. Το σύνολο του κολποτραχηλικού υλικού που έχει ληφθεί βρίσκεται στο συντηρητικό υγρό, ενώ τα κύτταρα διατηρούνται για αρκετές εβδομάδες σε θερμοκρασία δωματίου. Σαν αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, τα μη φυσιολογικά κύτταρα δεν «κρύβονται» σε πυκνές περιοχές του επιχρίσματος, ακόμα και όταν είναι λίγα σε αριθμό ή μικρά σε μέγεθος.
Τα επιχρίσματα κυτταρολογίας υγρής φάσης μικροσκοπούνται πιο γρήγορα και πιο εύκολα σε σύγκριση με τα επιχρίσματα της συμβατικής κυτταρολογίας, μειώνοντας έως και 40% τον συνολικό διαγνωστικό χρόνο του εργαστηρίου — άρα εκτός από πιο έγκυρα και ακριβή τα αποτελέσματα είναι και πιο γρήγορα.
To Thin Prep pap test θεωρείται αξιόπιστο για τη διάγνωση τόσο των αλλοιώσεων του ενδοτραχήλου όσο και του ενδομητρίου. Ενώ το PreserveCyt έχει εγκριθεί από τον FDA ως ιδανικό υλικό μονιμοποίησης κυττάρων για εφαρμογή μοριακών τεχνικών ανίχνευσης HPV.
Εάν απαιτείται, από το κυτταρικό δείγμα που απομένει στο ειδικό φιαλίδιο PreserveCyt είναι δυνατόν, είτε να παρασκευαστούν επιπρόσθετα επιχρίσματα (το σύστημα Thin Prep είναι αναγνωρισμένο να αναπαράγει έως και 10 επιχρίσματα ανά φιαλίδιο), είτε να εγκλειστούν τα κύτταρα σε κύβους παραφίνης, είτε να εφαρμοστούν διαγνωστικές δοκιμασίες μοριακής κυτταρολογίας (π.χ. HPV test, ανίχνευση χλαμυδίων, γονόρροιας κ.α.).
Επειδή κατά τη λήψη του Test Pap Υγρής Κυτταρολογίας (Thin Prep pap test), γίνεται συλλογή κυττάρων από την επιφάνεια του τραχήλου της μήτρας, δεν θα ήταν καλό να ληφθεί το τεστ τις ημέρες της έμμηνης ρύσης, αφού το αίμα της περιόδου θα έχει συμπαρασύρει κύτταρα από την επιφάνεια του τραχήλου. Επίσης, η ασθενής δεν πρέπει να κάνει κολπικές πλύσεις ή να χρησιμοποιήσει κολπικά gel και κρέμες τις προηγούμενες 48 ώρες. Ενώ προτιμάται να μην έχει προηγηθεί σεξουαλική επαφή το προηγούμενο 24ωρο.
Η τεχνική της κυτταρολογίας υγρής φάσης αναπτύχθηκε προκειμένου να βελτιωθούν οι σημαντικότερες αιτίες που περιορίζουν τη διαγνωστική ακρίβεια του συμβατικού test Παπανικολάου. Αυτές είναι:
α) η αποτυχία συγκέντρωσης του συνόλου του κυτταρικού δείγματος,
β) η ανεπαρκής μονιμοποίηση,
γ) η μη τυχαία τοποθέτηση κυττάρων ενδεικτικών SIL ή καρκινώματος,
δ) η έλλειψη αντικειμενοποίησης και αναπαραγωγιμότητας τns παρασκευαστικής διαδικασίας.
Παράλληλα, στην ανάπτυξη αυτή έχει συμβάλλει η ολοένα αυξανόμενη χρήση τα τελευταία έτη μηχανημάτων αυτοματοποιημένης σάρωσης, τα οποία διαθέτουν καλύτερη διαγνωστική ακρίβεια όταν αναλύουν επιχρίσματα, στα οποία παρατηρείται σχετικά μικρού βαθμού κυτταρική αλληλοεπικάλυψη. Οι συσκευές σάρωσης υλικού μέσω υπολογιστών έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν επανάσταση στην κυτταρολογία, καθώς μειώνουν την κούραση του χρήστη, επιτρέπουν τον επανέλεγχο πολύ περισσότερων επιχρισμάτων την ημέρα, μειώνουν τα σφάλματα κατά την ανάγνωση και, με την απαραίτητη στήριξη, διευκολύνουν την αναγνώριση μορφολογικών χαρακτηριστικών, τα οποία, ενδεχομένως, δεν ήταν εμφανή στον έλεγχο ρουτίνας με το μικροσκόπιο.
Η μικροσκοπική αξιολόγηση των επιχρισμάτων κυτταρολογίας υγρής φάσης παρουσιάζει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη συμβατική κυτταρολογία, απαιτεί όμως υψηλή εξειδίκευση και εμπειρία από τον κυτταρολόγο. Η μονιμοποίηση σε υγρό μέσο ενισχύει τα κυτταροπλασματικά και πυρηνικά χαρακτηριστικά — ιδιότητα η οποία σε περίπτωση έμπειρων κυτταρολόγων οδηγεί σε βελτίωση της ευαισθησίας και ειδικότητας της κυτταρολογικής εξέτασης είναι όμως δυνατόν να οδηγήσει τους άπειρους κυτταρολόγους σε αυξημένο ποσοστό ψευδών θετικών διαγνώσεων.
Βάσει των νέων κατευθυντήριων οδηγιών, που έχουν δοθεί από την Αμερικάνικη Αντικαρκινική Εταιρεία, το τεστ πρέπει να ξεκινάει να λαμβάνεται το αργότερο μέχρι την ηλικία των 20 ετών σε σεξουαλικώς δραστήριες γυναίκες. Οι γυναίκες που είναι ηλικιακά μικρότετες κι έχουν αρχίσει σεξουαλικές επαφές κι εκείνες που εμφανίζουν προβλήματα ανοσοκαταστολής χρειάζεται να προχωρούν νωρίτερα στη λήψη του τεστ.
Στην Ελλάδα, προτείνεται να πραγματοποιείται η λήψη τεστ Παπανικολάου ταυτοχρόνως με την ετήσια Γυναικολογική εξέταση και βέβαια, όπως ήδη έχει επισημανθεί, με γνώμονα την έναρξη των σεξουαλικών επαφών. Λόγου χάρη, αν μία γυναίκα πραγματοποιεί σεξουαλικές επαφές στην ηλικία των 17 ετών, τότε συνιστάται μέσα σε διάστημα περίπου 6 μηνών έως 1 έτους από την ημερομηνία έναρξης, να πραγματοποιηθεί ο πρώτος ενδελεχής γυναικολογικός έλεγχος και το πρώτο pap test.
Σε προγράμματα μαζικού ελέγχου για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας από τους ιούς HPV (σε άλλες χώρες), έχει αποδειχθεί ότι σε γυναίκες χωρίς ιστορικό SIL/CIN θα μπορούσε η λήψη του τεστ Παπανικολάου να γίνεται ανά διετία ή και ανά τριετία (Φιλανδία κ.ά.). Όμως, αυτό πρέπει να αποφασίζεται από τον γιατρό της κάθε γυναίκας με βάση την ηλικία της, το ιστορικό της, τη χώρα διαμονής, τα στατιστικά στοιχεία της χώρας αυτής και τους ατομικούς παράγοντες κινδύνου.
Προσφάτως, ανακοινώθηκε από την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία ότι γυναίκες ηλικίας 65 ετών ή μεγαλύτερες, οι οποίες διέθεταν 3 πρόσφατα και συνεχόμενα τεστ χωρίς κάποια εμφανή παθολογία και δεν είχαν κανένα παπ-τεστ που να μαρτυρά κάποιο παθολογικό πρόβλημα, εντός των τελευταίων δέκα ετών, μπορούν πλέον να διακόψουν τον έλεγχο μέσω τεστ Παπανικολάου.
Χρειάζεται, πάντως, να επισημανθεί σε αυτές τις γυναίκες ότι κάτι τέτοιο δε σημαίνει πως δεν είναι απαραίτητος ο έλεγχος ανά έτος. Αντιθέτως, προτείνεται να ελέγχονται τακτικά, με σκοπό να προληφθεί ο καρκίνος των ωοθηκών, του ενδομητρίου, του αιδοίου και κυρίως του μαστού. Η πραγματοποίηση ετήσιας προληπτικής κλινικής εξέτασης κρίνεται επιτακτική ανάγκη, όπως και άλλων εξετάσεων, τις οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα συστήσει ο γιατρός τους, όπως είναι η μαστογραφία, το διακολπικό υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων, κ.ά.
Από το 1940 μέχρι σήμερα, έχουν περιγραφεί ποικίλα συστήματα, τα οποία επιχειρούν να αποτυπώσουν στην κυτταρολογική έκθεση, την κατάσταση του τραχήλου της υπό διερεύνηση γυναίκας. Το πρώτο οργανωμένο σύστημα περιγράφηκε από τον Γ. Παπανικολάου και περιληπτικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής:
Κατηγορία I : Απουσία κυτταρικών στοιχείων ενδεικτικών φλεγμονής, προκαρκινωματώδους
αλλοίωσης ή καρκινώματος
Κατηγορία II : Παρουσία κυττάρων με χαρακτήρες φλεγμονώδους αλλοίωσης
Κατηγορία III : Παρουσία κυττάρων που εγείρουν την υπόνοια κακοήθειας, χωρίς να
είναι δυνατή η διάγνωση υπέρ αυτής
Κατηγορία IV : Παρουσία κυττάρων που εγείρουν έντονα την υπόνοια κακοήθειας
Κατηγορία V : Κυτταρολογική εικόνα συμβατή με κακοήθεια
Το σύστημα αυτό είναι αποδεκτό και εφαρμόζεται μέχρι σήμερα. Ο Γ. Παπανικολάου όμως, δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος με τη συγκεκριμένη ονοματολογία, ιδιαίτερα με τις κατηγορίες II και III, μιας και παρουσίαζαν μικρού βαθμού ευελιξία στα πλαίσια της διάγνωσης.
Κατά τα έτη 1952-1958, στην προσπάθειά του να είναι ακόμα πιο ακριβής στη διαγνωστική του προσέγγιση, ο Γ. Παπανικολάου εισήγαγε τους δείκτες συν (+) και πλην (-) σε συνδυασμό με τις κατηγορίες. Για παράδειγμα, οι κατηγορίες ΙΙ+ ή III- χρησιμοποιήθηκαν στη διάγνωση των κολποτραχηλικών επιχρισμάτων. Ο Γ. Παπανικολάου δεν δημοσίευσε ποτέ τις παρατηρήσεις του. Η πλέον εξελιγμένη μορφή ταξινόμησης της κυτταρολογικής απάντησης σε πέντε κατηγορίες, είναι η ταξινόμηση του Μονάχου.
Το 1997, η Βρετανική Εταιρεία Κλινικής Κυτταρολογίας (British Society for Clinical Cytology) πρότεινε την ταξινόμηση των κυτταρολογικών επιχρισμάτων που αντιστοιχούν σε προνεοπλασματικές και νεοπλασματικές αλλοιώσεις του τραχήλου της μήτρας σε πέντε κατηγορίες:
Κατά Richart ταξινόμηση: CIN 1, 2 , 3.
Αργότερα, ο Richart εισήγαγε τον όρο «ενδοεπιθηλιακή αλλοίωση του τραχήλου», ο oπoίος καλύπτει όλες τις μη διηθητικές επιθηλιακές αλλοιώσεις του τραχήλου. Αν και στην αρχή διαίρεσε τα CIN σε 3 βαθμούς, αργότερα πρότεινε την υποταξινόμηση σε 2 βαθμούς.
Η λήψη του test-pap κατά την περίοδο της κύησης θεωρείται απαραίτητη. Η διαφορά είναι ότι ο Γυναικολόγος δεν παίρνει τα κύτταρα του ενδοτραχήλου με βουρτσάκι, αλλά συνήθως με βαμβακοφόρο στειλεό, για να μην επηρεαστεί το βλεννώδες πώμα του Τραχήλου.
Σε περίπτωση, μάλιστα, που δεν έχει γίνει pap test για ένα έτος ή και περισσότερο, πρέπει υποχρεωτικά να γίνει με την έναρξη της κύησης, στο πλαίσιο του τυπικού ελέγχου και των αρχικών εξετάσεων. Έτσι, η πρώτη εξέταση της εγκυμοσύνης είναι μια ευκαιρία για έλεγχο, ιδιαίτερα σε γυναίκες που δεν υποβάλλονται σε τακτικούς προληπτικούς ελέγχους.
Για να είστε πάντα καλά
Dr. Κυριάκος Τίγκας, M.D.
Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Εξειδίκευση σε:
Ορμονική Αποκατάσταση με Φυσικές (Βιομιμητικές) Ορμόνες
Χειρουργική Γυναικολογική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί Google Analytics για να συλλέγει ανώνυμες πληροφορίες όπως ο αριθμός τον επισκεπτών και τις δημοφιλέστερες σελίδες και Google Ads για την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων. Κρατήστε το cookie ενεργό για να μας βοηθήσετε να βελτιστοποιήσουμε την ιστοσελίδα μας.