fbpx

 

Μετάδοση

 

Μετάδοση HPV

Ο ΗPV είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος ιός. Οποιοδήποτε σεξουαλικά ενεργό άτομο μπορεί να προσβληθεί από τον HPV. Οι τύποι του HPV που προκαλούν τα κονδυλώματα μεταδίδονται, όταν το δέρμα ενός ατόμου που έχει μολυνθεί έρχεται σε επαφή με το δέρμα ενός υγιούς ατόμου.

 

Η μετάδοση του HPV μπορεί να επιτευχθεί μέσω της επαφής του δέρματος, ακόμη και σε περίπτωση που δεν έχουν εκδηλωθεί οι χαρακτηριστικές δερματικές βλάβες στο άτομο που έχει υποστεί μόλυνση. Για να καταστεί δυνατή η μεταφορά του ιού, χρειάζεται να έρθουν σε άμεση επαφή οι βλάβες που προκαλούνται από τον HPV με το δέρμα του ατόμου ή με κάποιο βλεννογόνο. Παρά ταύτα, σπανίως μπορεί να προκληθεί φλεγμονή μέσω της απλής μεταφοράς του ιού HPV μεταξύ των ατόμων. Είναι απαραίτητο να προηγηθεί κάποια τριβή ή να προκληθούν μικροτραυματισμοί. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο μπορεί να πραγματοποιηθεί επιτυχώς η εισβολή του ιού στο επιθήλιο. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι μέσω της σεξουαλικής επαφής (κολπικής ή πρωκτικής) μεταδίδεται πολύ πιο εύκολα ο ιός HPV.

 

Υπάρχουν κι άλλες μορφές σεξουαλικής επαφής οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε φλεγμονή, μόνο αν παρατηρηθούν αμυχές στο επιθήλιο και σε περίπτωση που το ανοσοποιητικό σύστημα λειτουργήσει εσφαλμένα. Ωστόσο, πρόκειται για πιο σπάνιους τρόπους μετάδοσης.  Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται η τριβή των γεννητικών οργάνων με το χέρι ή μεταξύ τους και ο στοματικός έρωτας. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι το προφυλακτικό δεν προστατεύει πλήρως από τον ιό HPV, διότι δεν καλύπτεπται επαρκώς η πρωκτογεννητική περιοχή. Ωστόσο, μέσω της χρήσης προφυλακτικού, μειώνεται η πιθανότητα μετάδοσης του ιού, σε ποσοστό 70%.

 

Άρα η μετάδοση του ιού μέσω κολπικής ή πρωκτικής σεξουαλικής επαφής χωρίς προφυλακτικό είναι πολύ πιθανή. Ενώ η πιθανότητα μετάδοσης μέσω κολπικής ή πρωκτικής επαφής με προφυλακτικό, στοματογεννητικής επαφής ή έντονης τριβής της γεννητικής χώρας με γεννητικά όργανα, μολυσμένα αντικείμενα (sex toys) ή δάχτυλα είναι μικρότερη. Μηδαμινή, τέλος, είναι η πιθανότητα μετάδοσης μέσω κοινής χρήσης πετσετών, από το κάθισμα μιας τουαλέτας όπως και από πόμολα, χειρολαβές, βρύσες κ.λπ. ή από κατοικίδια ζώα.

 

Στατιστικά ο ακριβής κίνδυνος μόλυνσης από σεξουαλικούς συντρόφους δεν είναι γνωστός, υπολογίζεται όμως περίπου 60%-65% σε ορισμένες μελέτες. Δηλαδή, εάν ένα άτομο παρουσιάζει αλλοιώσεις φλεγμονής από HPV και –με πολύ ευαίσθητες μεθόδους όπως η PCR– αναζητηθεί το DNA του ιού στους σεξουαλικούς του συντρόφους, θα βρούμε ότι έχει μολυνθεί ένα πολύ μεγάλο ποσοστό από αυτούς.

 

O χρόνος που μεσολαβεί από την επαφή με τον ιό μέχρι την εκδήλωσή του ποικίλλει από μερικούς μήνες μέχρι πολλά χρόνια. Από τη στιγμή που θα μεταδοθεί ο ιός σε υγιές άτομο, το άτομο αυτό θεωρείται φορέας του ιού. Φέρει δηλαδή τον ιό στα κύτταρά του, ακόμα και όταν δεν εμφανίζει συμπτώματα λοίμωξης. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να νοσήσει, ιδιαίτερα όταν το ανοσοποιητικό του σύστημα είναι «πεσμένο» και δεν θα μπορεί πια να αντισταθεί στην εκδήλωση του ιού.

 

Εάν η ανοσολογική απάντηση του οργανισμού είναι ισχυρή, δεν επιτρέπει στον ιό να χρησιμοποιήσει τον γενετικό μηχανισμό των ίδιων των κυττάρων μας για να αρχίσει να πολλαπλασιάζεται αυτόνομα. Στην περίπτωση αυτή, ο HPV πολλαπλασιάζεται παράλληλα με τις κυτταρικές διαιρέσεις και η μόλυνση λέγεται λανθάνουσα. Η μικρή ποσότητα των HPV δεν μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και δεν προκύπτουν αλλοιώσεις. Γι’ αυτό και η μολυσματικότητα ατόμων με λανθάνουσα μόλυνση αμφισβητείται έντονα.

 

Όπως γίνεται κατανοητό, εάν βρεθούν αλλοιώσεις στο ένα μέλος ενός ζευγαριού, υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να έχει μολυνθεί το άλλο. Αυτό όμως δεν μπορεί πάντοτε να αποδειχθεί. Η αναζήτηση αντισωμάτων για τους HPV στο αίμα, όπως συμβαίνει με άλλες λοιμώξεις, δεν είναι αξιόπιστη, γιατί ο ιός αυτός δρα τοπικά.  Ο HPV δημιουργεί εστίες φλεγμονής στο γεννητικό σύστημα και αντιμετωπίζεται από τον οργανισμό κυρίως με μηχανισμούς κυτταρικής ανοσίας. Η χημική ανοσία (αντισώματα) παίζει δευτερεύοντα ρόλο στην παρεμπόδιση υποτροπής της συγκεκριμένης μόλυνσης, σε αντίθεση με άλλες ιώσεις. Ευτυχώς, η χημική ανοσία που δημιουργείται μετά από προληπτικό εμβολιασμό έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη παρεμπόδιση της μόλυνσης. Αλλά δεν αρκεί μόνο αυτή. Αντισώματα από τους ιούς HPV δεν μπορούν να βρεθούν με τις συνήθεις τεχνικές ρουτίνας των εργαστηρίων σε όλους τους ασθενείς. Έτσι, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί αν πρόκειται για καινούργια ή παλιά μόλυνση.

 

Δεν είναι απολύτως βέβαιο, εάν ο ιός απλά καταστέλλεται ή αν παραμένει σε μικρές ποσότητες στα κύτταρά ή εξαφανίζεται εντελώς από το σώμα. Η πρώτη εκδοχή μοιάζει επικρατέστερη και επιβεβαιώνεται στα άτομα με σταθερή μονογαμική σχέση στα οποία υποτροπιάζουν οι αλλοιώσεις, όταν μετά από χρόνια υποστεί σοβαρή βλάβη ή καταστολή το ανοσοποιητικό τους σύστημα. Σε άτομα με υγιές ανοσοποιητικό σύστημα η ύπαρξη λανθάνουσας μόλυνσης δεν θεωρείται μεταδοτική.

 

Επιδημιολογικά στοιχεία

 

Το 1-2% των κονδυλωμάτων μπορεί να προκληθεί από τον ιό των κοινών μυρμηκιών. Εμφανίζονται σε παχύσαρκα άτομα και οι βλάβες είναι ασυμπτωματικές εκτός και αν ο ασθενής τις πειράξει. Η κληρονομικότητα δεν παίζει κανέναν λόγο σε αυτή τη νόσο, ωστόσο υπάρχει οικογενής προδιάθεση.

 

Οι γυναίκες με οξυτενή κονδυλώματα παρουσιάζουν αυξημένη επίπτωση λοίμωξης με HPV του τραχήλου της μήτρας και ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας.

 

Υπάρχει μια πολύ μικρή πιθανότητα μόλυνσης και μετάδοσης από HPV από μια μολυσμένη μητέρα στο νεογνό δια μέσου του κολπικού σωλήνα, στον τοκετό. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση θηλωμάτων στον λάρυγγα του νεογνού. Η υποτροπιάζουσα νεογνική θηλωμάτωση, όπως λέγεται, είναι πολύ επικίνδυνη για τη ζωή του νεογνού. Η πιθανότητα όμως εμφάνισής της είναι πολύ μικρή και γι’ αυτό δεν συνιστάται υποχρεωτικά να γίνεται καισαρική τομή στις περιπτώσεις αυτές. Ιδιαίτερα στις γυναίκες στις οποίες οι αλλοιώσεις έχουν υποχωρήσει πριν από εξάμηνο και πλέον, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θεωρείται απίθανο. Βέβαια, με την επιλογή της καισαρικής τομής, κάθε ελάχιστη πιθανότητα εξαλείφεται.

 

Για να είστε πάντα καλά

 

Dr. Κυριάκος Τίγκας, M.D.


Χειρουργός Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Εξειδίκευση σε:
Ορμονική Αποκατάσταση με Φυσικές (Βιομιμητικές) Ορμόνες
Χειρουργική Γυναικολογική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού